Όταν η Αλίκη συνάντησε τον Πήτερ!

Θυμάστε την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων; Την Αλίκη που έπεσε στην τρύπα του λαγού, που άνοιξε πολλές πόρτες, μικρές και μεγάλες, που δοκίμασε διαφορά γλυκά και ποτά τα οποία την ψήλωναν απότομα ή τη μίκραιναν αντίστοιχα; Θυμάστε την Αλίκη που κυνηγούσε τον λαγό επειδή τη βασάνιζε η περιέργεια να μαθεί περισσότερα γι’ αυτόν και τα έβαλε με την βασίλισσα των τραπουλόχαρτων επειδή την έτρωγε το δίκιο; Σκεφτείτε λιγάκι τις κινήσεις της μικρής αλλά όχι και τόσο μικρής Αλίκης. Είναι η Αλίκη που έρχεται αντιμέτωπη με τη ξαφνική της είσοδο σε έναν τελείως άγνωστο κόσμο. Είναι η Αλίκη που δοκιμάζει πράγματα, το σκάει από το σπίτι, αντιμιλάει, κλαίει και ζητάει απεγνωσμένα βοήθεια. Είναι η Αλίκη που κουράστηκε από τα πρέπει και τα μη και ακολουθεί γοητευμένη τον μικρό ζωηρό λαγό που όλο κάπου έχει αργήσει και κοιτάει συνεχώς αγχωμένος το ρολόι του. Αλλά γιατί άραγε αγχώνεται τόσο ο λαγός που έχει άργησει; Πόσο σημαντικό είναι να πηγαίνεις κάπου στην ώρα σου και πόσο σημαντικός είναι ο χρόνος γενικότερα; Για πρώτη φορά στη ζωή της η Αλίκη βρίσκεται να κυνηγάει τον ίδιο τον χρόνο! Η Αλίκη μεγαλώνει τόσο πολύ που πλαντάζει στο κλάμα προκαλώντας πλημμύρα στον εαυτό της και τους γύρω της. Η Αλίκη δηλώνει ταραγμένη «Δεν μπορώ να γυρίσω στο χθες, γιατί χθες ήμουν ένα διαφορετικό άτομο». Στην πραγματικότητα η Αλίκη γίνεται δεσποινίδα και αυτό την φοβίζει. Αρχίζει να σκέφτεται διαφορετικά, να έχει καινούργιες επιθυμίες, να θέλει να δοκιμάσει το άγνωστο και ως συνέπεια νιώθει να τρελαίνεται και ξεσπάει. Αλλά εκείνη ακριβώς τη στιγμή συναντάει έναν χρωματιστό γάτο που της δηλώνει ξεκάθαρα «Δεν είμαι τρελός, η πραγματικότητα μου είναι απλά διαφορετική από τη δική σας». Τι είναι πραγματικότητα; Και τι είναι διαφορετικότητα; Η μικρή Αλίκη καλείται να σκεφτεί και να απαντήσει σε ερωτήματα που ούτε ενήλικες δεν μπορούν να απαντήσουν.

Η Αλίκη, όπως και τόσες ακόμα Αλίκες είναι εκείνο το 12χρονο κορίτσι που νιώθει ότι τα πάντα γύρω της αρχίζουν να μεταβάλλονται. Είναι παιδί ακόμα αλλά το σώμα της, οι σκέψεις της, τα όνειρα της, όλα αλλάζουν και αυτό της προκαλεί ταραχή και ταυτόχρονα μια έντονη τάση φυγής από τον αληθινό κόσμο. Τότε είναι που η Αλίκη χρειάζεται περισσότερη αγάπη, κατανόηση, προσοχή αλλά ταυτόχρονα ελευθερία. Η Αλίκη θα περπατήσει στη Χώρα των Θαυμάτων αλλά πρέπει να εισέλθει εκεί ενημερωμένη. Πρέπει να ξέρει ότι λάθη γίνονται και διορθώνονται. Πρέπει να αγαπήσει τις μεταβολές της, να αντιμετωπίσει τους φόβους της, να μάθει να υπερασπίζεται τον εαυτό της, να ξέρει πότε να πει ναι και πότε όχι στα δελεαστικά γλυκά που γράφουν «φάε με» και στα χρωματιστά ποτά που την παροτρύνουν θερμά με την επιγραφή «πιες με». Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων δεν είναι άλλη από την κόρη σου όταν βρίσκεται στην προεφηβεία. Είναι μια ηλικία κρίσιμη. Η μικρή Αλίκη είναι ευάλωτη και είναι άκρως απαραίτητο να έχει καλούς προστάτες πριν εισέλθει στην Χώρα των Θαυμάτων, γιατί όταν επιστρέψει από εκεί, όταν ξυπνήσει από αυτόν τον «ονειρικό» εφιάλτη, η Αλίκη θα χρειαστεί καταφύγιο και ένα είναι το καταφύγιο που ψάχνει απεγνωσμένα κάθε παιδί όσο χρόνων και να είναι, η αγκαλιά των γονιών του.

Υπάρχει κι άλλο ένα παιδί. Τον λένε Πήτερ. Πήτερ Παν. Εκείνος δε θέλει να επιστρέψει στο σπίτι, ούτε στην αγκαλιά των γονιών του. Τους έχει ακούσει να λένε επανειλλημένα ότι μεγαλώνει. Ότι πρέπει να αναλάβει ευθύνες, ότι ο χρόνος για παιχνίδι θα περιορίζεται μέρα με τη μέρα και αυτό δεν του αρέσει καθόλου. Ο πατέρας του είναι σκληρός και δεν αφήνει ποτέ περιθώρια για ευαισθησίες. Έτσι, ο Πήτερ Παν δηλώνει κατηγορηματικά ότι αρνείται να μεγαλώσει και φεύγει από το σπίτι. Φεύγει στη Χώρα του Ποτέ όπου ο χρόνος έχει σταματήσει. Περικυκλωμένος από πειρατές, Ινδιάνους και γοργόνες, ο Πήτερ φτιάχνει τον δικό του στρατό από χαμένα παιδιά που τον κάνουν πατέρα τους. Σε αντίθεση με τον δικό του πατέρα, ο Παν γίνεται ένας εναλλακτικός πατέρας που δεν πλένει ποτέ τα χέρια του, δεν πάει ποτέ στη δουλειά και δε βγάζει γένια. Το μόνο που ίσως κρατάει από τον πατέρα του είναι η άρνηση προς την εκδήλωση των συναισθημάτων. Ο Πήτερ Παν δεν θέλει να νιώσει αισθήματα για κανέναν γιατί τα αισθήματα δημιουργούν δεσμούς. Αρνείται να γνωρίσει τον έρωτα, γιατί ο έρωτας έχει τραγικές συνέπειες όπως θλίψη, στενοχώριες και τελικά ωριμότητα. Τελικά, ο Πήτερ Παν κλειδώνεται στον εαυτό του. Χτίζει έναν γερό τοίχο ο οποίος τον προφυλάσσει από την εφηβεία. Όπως ισχυρίζεται ο ίδιος τα αισθήματα είναι για τους γέρους ενώ αυτός θα μείνει παιδί για πάντα.

Ξαφνικά όμως εμφανίζεται η Γουέντι. Είναι ένα κορίτσι στην ηλικία του που λέει παραμύθια και έχει όμορφο προσωπάκι. Φοβάται και εκείνη να μεγαλώσει και όταν ο Πήτερ Παν έρχεται στο παράθυρο της, αποφασίζει να το σκάσει μαζί του στη Χώρα του Ποτέ. Παρόλο που μαζί του γνωρίζει την περιπέτεια, γρήγορα συνειδητοποιεί ότι νιώθει αισθήματα γι αυτόν που είναι πιθανόν πιο ισχυρά από τη θέληση της να γνωρίσει τους Ινδιάνους και τις γοργόνες. Η Γουέντι αντιλαμβάνεται πιο γρήγορα από εκείνον ότι όσο τρομαχτικό κι αν φαίνεται το αύριο, είναι αναπόφευκτο και ίσως αν τολμήσει να το ζήσει, θα βιώσει εκτός από στενοχώριες και πολλές ευτυχισμένες στιγμές. Θυμάται τους γονείς της και της λείπουν. Θύμαται πόσο πολύ αγαπιούνται μεταξύ τους και πόσο πολύ αγαπάνε εκείνη και τα αδέλφια της. Η Γουέντι δείχνει στον Πήτερ ότι η ωριμότητα δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό. Τουναντίον είναι ζωτικής σημασίας για κάθε άνθρωπο. Όταν η Γουέντι φιλάει απαλά τον Πήτερ Παν, του δίνει δύναμη να κατατροπώσει τον μεγαλύτερο εχθρό του, τον Κάπτεν Χουκ και να απαλλαχτεί με αυτόν τον τρόπο για πάντα από τους φόβους του. Ο Πήτερ Παν γίνεται δυνατός όταν δέχεται επιτέλους να νιώσει. Είναι αλήθεια ότι η είσοδος στην εφηβεία είναι τρομαχτική και πολλά παιδιά όπως ο Πήτερ Παν μπορεί να έχουν αρνητική στάση τόσο στις καινούργιες τους ευθύνες όσο και στα πρωτόγνωρα αισθήματά τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι εμπειρίες είναι εκείνες που θα απαλλάξουν το παιδί από τους φόβους του ενώ ταυτόχρονα θα του χαρίσουν αυθεντικές στιγμές χαράς. Το σημαντικό είναι να τονιστεί από την αρχή στο παιδί ότι η διαδικασία που βιώνει είναι φυσιολογική και ότι θα είστε σύμμαχοι του ως το τέλος.

Τόσο η Αλίκη όσο και ο Πήτερ Παν υπήρξαν κάποτε μέσα μας. Μερικοί από μας τους νιώσαμε σε υπερβολικό βαθμό. Άλλοι πάλι λιγότερο. Ως γονείς, κηδεμόνες και εκπαιδευτικοί όμως καλούμαστε να τους εντοπίσουμε στα παιδιά μας και να φερθούμε σε αυτά με ανάλογο τρόπο. Να επιλέξουμε το ρόλο του “χρωματιστού γάτου” που αγαπάει τη διαφορετικότητα και να απομακρύνουμε την κακιά νευρική βασίλισσα από τη Χώρα των Θαυμάτων των παιδιών μας. Γιατί αυτό που θα βοηθήσει τα παιδιά μας να νικήσουν τον Κάπτεν Χουκ στη Χώρα του Ποτέ και να γυρίσουν ασφαλή στο σπίτι είναι η δική μας ανιδιοτελή αγάπη.

Επιμέλεια Κειμένου: Αθανασιάδου Βασιλική

Comments are closed.